Στις 10 Οκτωβρίου του 1963, η Εντίθ Πιαφ πέθανε. Και ήταν μόνο 47 χρονών.

Γεννημένη τον Δεκέμβριο του 1915 στο Παρίσι, κάτω από μια λάμπα υγραερίου, η Εντίθ Πιαφ είχε πατέρα έναν ακροβάτη του δρόμου και μητέρα μια τραγουδίστρια που δούλευε σε καμπαρέ και έκανε και ακροβατικά νούμερα ισορροπίας σε τσίρκο. Η μητέρα της την εγκατέλειψε λίγες εβδομάδες μετά τη γέννησή της και η μικρή Εντίθ έζησε τα 2 πρώτα χρόνια της ζωής της πλάι στη γιαγιά της. Μετά, ο πατέρας της πήρε τη δίχρονη κόρη του, με το όνομα Εντίθ Τζοβάνα Γκασιόν και την έδωσε στη μαμά του για να τη μεγαλώσει. Έτσι η Εντίθ Πιαφ μεγάλωνε τώρα στην Νορμανδία, με την άλλη γιαγιά της, η οποία ήταν ιδιοκτήτρια οίκου ανοχής…

Στα 14 της, ο πατέρας της άρχισε να την παίρνει μαζί του στις περιοδείες του σε ολόκληρη τη Γαλλία και έβαζε την κόρη του να κάνει ακροβατικά νούμερα στους δρόμους. Όμως εκείνη, εκεί στους δρόμους, άρχισε να κάνει αυτό που αγαπούσε: Άρχισε να τραγουδάει. Σύντομα ο πατέρας της κατάλαβε πως η μικρή Εντίθ δεν είχε γεννηθεί για να κάνει ακροβατικά νούμερα. «Όλο το ταλέντο στο λαιμό και καθόλου στο κορμί», έλεγε για την κόρη του…

Στα 15 της η Εντίθ εγκαταλείπει τον πατέρα της και ζει στο Παρίσι τραγουδώντας στους δρόμους. Και κάπως έτσι ξεκινάει η δύσκολη, ανατρεπτική, παθιασμένη, άτυχη, πολυκύμαντη ζωή μιας γυναίκας που έμελλε με τη φωνή της να σημαδέψει για πάντα το γαλλικό –και όχι μόνο– τραγούδι.

Η Εντίθ Πιαφ, στα 47 χρόνια που περπάτησε σ’ αυτή τη Γη, πέρασε πολλά, γνώρισε πολλά, ερωτεύτηκε παράφορα και τραγούδησε μοναδικά. Έγινε παγκοσμίως γνωστή και η ζωή της έγινε ταινία, έγινε και θεατρικό έργο από τον Αλέν Ντελόν, ενώ ο Γάλλος ποιητής και λογοτέχνης Ζαν Κοκτό είπε για εκείνη: «Δεν υπήρξε ποτέ άλλη Πιάφ ούτε θα ξαναϋπάρξει ποτέ».

Το 1962, έναν χρόνο πριν πεθάνει η Εντίθ Πιαφ συνάντησε τον Μίκη Θεοδωράκη και συνέδεσε για πάντα το όνομά της με την Ελλάδα: Τραγούδησε εξαιρετικά την «Όμορφη πόλη του», την έκανε παγκόσμια, την έκανε και παντοτινή.

Επιμέλεια – Παρουσίαση: Ειρήνη Λαλάκη